Το «The Curse» είναι μια παράσταση που έχει περιγραφεί ως λαμπρή, άγρια, διεστραμμένη, ενοχλητική, άβολη και προκαλεί άγχος. Είναι ένας μοναδικός συνδυασμός κωμωδίας και δράματος που έχει αφήσει το κοινό με μυριάδες ερωτήσεις. Αυτό το άρθρο στοχεύει να απαντήσει σε μερικές από τις πιο καυτές ερωτήσεις σχετικά με το “The Curse” πριν από την πρεμιέρα του στις 10 Νοεμβρίου.
Η παράσταση, όπως την περιγράφει ο Fielder, ξεκίνησε ως κωμωδία διάρκειας 30 λεπτών και εξελίχθηκε σε μια ωριαία κωμωδία-δράμα. Τα πρώτα επεισόδια μπορούν να χαρακτηριστούν ως μια βασανιστική κωμωδία άγχους. Το χιούμορ προέρχεται από την οδυνηρή, ταπεινωτική αναγνώριση, το είδος του αιχμηρού κοινωνιολογικού σουβλίσματος που σε κάνει να πιάνεις τα μάγουλά σου με απόλυτο τρόμο. Η παράσταση έχει πολλά στο μυαλό της και δεν φοβάται να εμβαθύνει στα άβολα.
Ένα από τα κεντρικά ερωτήματα σχετικά με το “The Curse” είναι ποιος είναι καταραμένος; Καθώς οι χαρακτήρες διαφωνούν με άγνοια και μυωπία για την οπτική όλων, οι ζωές τους αρχίζουν να καταρρέουν. Αυτό υποδηλώνει ότι η κατάρα μπορεί να μην είναι κυριολεκτική, αλλά μάλλον μια μεταφορική αναπαράσταση των αυτοκαταστροφικών τάσεων των χαρακτήρων και των συνεπειών των πράξεών τους.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή του «The Curse» είναι η χρήση παραμορφωμένων αντανακλάσεων ως τρέχον οπτικό μοτίβο. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε σκηνές που παρουσιάζουν τον χαρακτήρα της Emma Stone μπροστά από το δικό της «παθητικό σπίτι», μια ιδέα που έχει ξεριζώσει από έναν άλλο καλλιτέχνη. Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως σχολιασμός της παραμορφωμένης αυτοαντίληψης των χαρακτήρων και των συνεπειών των πράξεών τους.
Εν κατακλείδι, το «The Curse» είναι μια παράσταση που αψηφά την εύκολη κατηγοριοποίηση. Είναι ένα μείγμα κωμωδίας και δράματος, γεμάτο με άβολο χιούμορ και βαθιά κοινωνιολογικά σχόλια. Είναι μια παράσταση που απαιτεί την προσοχή σου και σου αφήνει περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις. Αλλά ίσως αυτό είναι το θέμα. Τελικά, η ίδια η ζωή δεν είναι κάπως έτσι;